Τετάρτη 1 Μαρτίου 2023

 




1824:Τουρκοαιγυπτιακή συμμαχία -



ΕΘΝΙΚΗ ΠΙΝΑΚΟΘΗΚΗ


https://www.nationalgallery.gr/artwork/meta-tin-katastrofi-ton-psaron/
Ερωτήσεις κατανόησης


1. Ποιο ήταν το τουρκοαιγυπτιακό σχέδιο του 1824 για την καταστολή της Επανάστασης;
2. Σε τι εµπόδιζε ο εµφύλιος πόλεµος τους Έλληνες να ενωθούν –έστω και προσωρινά– για να αποτρέψουν την καταστροφή των νησιών;
3. Οι Ψαριανοί, αν και ναυτικοί, κατέληξαν στην απόφαση να αγωνιστούν εναντίον των Τούρκων στην στεριά. Μάλιστα, αφαίρεσαν τα πηδάλια από τα πλοία για να εµποδίσουν όσους διαφωνούσαν να χρησιµοποιήσουν τα καράβια τους. Πώς κρίνετε αυτή την απόφαση των –ναυτικών– Ψαριανών να αγωνιστούν στην στεριά;
4. Γιατί νοµίζετε οι Ευρωπαίοι συγκινήθηκαν τόσο πολύ µετά την καταστροφή της Κάσου και των Ψαρών, αλλά δεν συγκινήθηκαν το ίδιο µετά τον θάνατο των εκατοντάδων Τούρκων στρατιωτών στον κόλπο του Γέροντα µε την ανατίναξη της ναυαρχίδας τους από το πυρπολικό του καπετάν-Μιαούλη;








Ο μικρός βράχος στη μέση του Αιγαίου στην αρχαιότητα ονομαζόταν Ψύρα ή Ψιρύη, ο πρώτος που τη μνημονεύει ο Όμηρος: «Αν παραπάνω από τη Χίο τη βράχινη θα βγούμε, προς την Ψυριά…».
Τα Ψαρά θα γίνουν ένα μικρό απόρθητο φρούριο με ισχυρή ναυτική παρουσία. Συμμετείχαν στην επανάσταση του 1770,.
 Οι Ψαριανοί είχαν οπλίσει καταδρομικά πλοία με τα οποία, σε όλη την προεπαναστατική περίοδο προξενούσαν στους Τούρκους ανυπολόγιστες καταστροφές. Δεν περιορίζονται μόνο στα παράλια, αλλά έκαναν και αποβάσεις και προχωρούσαν στο εσωτερικό της Τουρκίας αρπάζοντας κανόνια και άλλα πολεμοφόδια απ’ τα οποία είχαν ανάγκη για την οχύρωση και ασφάλεια του νησιού.
Τα Ψαρά είχαν δημοκρατική διοίκηση. Κάθε Μάρτη γινόταν συνέλευση από την οποία εκλέγονταν 40 αντιπρόσωποι, όλων των τάξεων: Καραβοκύρηδες, καπεταναίοι, έμποροι, παρτσινέβελοι (βαρκάρηδες) και μαρινάροι (ναύτες). Αυτοί κλείνονταν σε ένα σπίτι και δεν έβγαιναν αν δεν εξέλεγαν τους 4 δημογέροντες. Η μεγάλη σφραγίδα του νησιού ήταν χωρισμένη σε 4 κομμάτια και κάθε δημογέροντας έπαιρνε από ένα. Κάθε απόφαση λοιπόν απαιτούσε ομοφωνία. Εντυπωσιακό, αν αναλογιστούμε πως μιλάμε για τα τέλη του 18ου αιώνα, σε έναν ξερόβραχο της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Το πιο σημαντικό ήταν φυσικά πως το νησί  το προστάτευε ο στόλος των Ψαριανών.  Σε πολλές περιπτώσεις, κατά την επιστροφή τους από τις καταδρομές, εκτός από τα λάφυρα έφερναν μαζί τους και τους Έλληνες κατοίκους των περιοχών που λεηλατούσαν για να τους σώσουν από τα αντίποινα και την σφαγή. Σ’ όλους αυτούς τους πρόσφυγες έδειξαν αγάπη, αλληλεγγύη και φιλανθρωπία απεριόριστη. Όλες οι μικρές εξοχικές οικείες είχαν παραχωρηθεί από την Βουλή των Ψαρών για την στέγαση των προσφύγων.  Υπολογίζεται πως από τις αρχές του 19ου αιώνα ως την καταστροφή είχαν περιθάλψει πάνω από 100.000 πρόσφυγες. Το 1824, όταν έγινε η καταστροφή των Ψαρών, υπήρχαν στο μικρό αυτό νησί περίπου 23.000 πρόσφυγες, οι Ψαριανοί υπολογίζονταν σε 7.000.

Ενδεικτική της νοοτροπίας των Ψαριανών ήταν η στάση τους απέναντι στους πρόσφυγες της Χίου, μετά τη μεγάλη σφαγή του 1822. Όσοι είχαν γλυτώσει συγκεντρώθηκαν στα δυτικά παράλια του νησιού. Οκτώ πολεμικά πλοία Ψαριανά και δυο πυρπολικά με στρατιωτική δύναμη διακοσίων ανδρών έφτασαν στην Βολισσό και άρχισαν την παραλαβή και μεταφορά όλων των συγκεντρωμένων κατοίκων της Χίου. Όλοι οι άμαχοι διασώθηκαν και μεταφέρθηκαν στα Ψαρά. Οι Ψαριανοί έδειξαν μεγάλο ενδιαφέρον προσφέροντας στέγη, τροφή και ενδύματα. Ιδιαίτερη φροντίδα και περιποίηση έδειξαν προς τους ασθενείς. Επειδή όμως από το μεγάλο πλήθος υπήρχε κίνδυνος επιδημίας, η Βουλή των Ψαρών με δικά της πλοία και έξοδα μετέφερε τις οικογένειες αυτές στα νησιά των Κυκλάδων και στην Πελοπόννησο.
Τον Ιούνιο του 1824 η Οθωμανική αυτοκρατορία θα επιτεθεί με τεράστιες δυνάμεις σε έναν ξερόβραχο. 


Λιγκρίν



Παραδοσιακό ,ι δημοφιλές, συναγωνιστικό παιγνίδι δεξιοτεχνίας που παίζεται από δύο ή περισσότερα άτομα. 
 Περιγραφή παιχνιδιού:
Το λιγκρί ήταν ένα ξυλαράκι που είχε μήκος περίπου 20 εκατοστά και πάχος σαν δάκτυλο ανθρώπου. Το έβαζαν να ακουμπά πάνω σε δύο πέτρες που απείχαν λίγο η μια από την άλλη. 
Ένα παιδί κρατώντας μια στενή σανίδα προσπαθούσε να πετάξει μακριά το λιγκρί. Τα άλλα παιδιά προσπαθούσαν να το πιάσουν.
Αν το έπιαναν με τα δύο χέρια κέρδιζαν 10 βαθμούς. Με το δεξί χέρι κέρδιζαν 20 βαθμούς, με το αριστερό 40 και αν  το έπιανε ανάμεσα στα δυο δάκτυλα κέρδιζε 80 βαθμούς.









Για να παιχτεί χρειάζεται η “βέρκα” και το “λιγκρίν”.  Η “βέρκα” είναι ένα στρογγυλό ξύλο μήκους 60 εκ. περίπου με διάμετρο 3 εκ. Το “λιγκρίν” είναι και αυτό ξύλο στρογγυλό, μήκους 15-20 εκ. και με διάμετρο 2 εκ. περίπου, ξυσμένο στις δυο άκρες, ώστε να αναπηδά εύκολα όταν κτυπηθεί στην άκρη.

Αφού “τάξουν”, βρίσκουν ποιο παιδί θα παίξει πρώτο, ποιο δεύτερο και με ποια σειρά θα ακολουθήσουν οι άλλοι.  Επίσης ορίζουν από την αρχή ένα αριθμό, στον οποίο πρέπει να φτάσουν μετρώντας με τη “βέρκα”, για να βγει ο νικητής.

Το παιγνίδι αρχίζει, αφού το “λιγκρίν” τοποθετηθεί οριζόντια πάνω σε δύο πέτρες ύψους 10-12 εκ. που αποτελούν τη “νισκιάν” (εστία). Μετά ο παίκτης κρατώντας τη “βέρκα” προσπαθεί να σηκώσει το “λιγκρίν” και καθώς είναι στον αέρα να το κτυπήσει δυνατά, για να το πάρει όσο πιο μακριά μπορεί. Καθώς το “λιγκρίν” διαγράφει την τροχιά του στον αέρα, προτού πέσει στο έδαφος, αν κάποιος το πιάσει έχει το δικαίωμα να πει σε αυτόν που έπαιξε: “Χάνεις τη σειρά σου” ή “χάνεις όλους τους πόντους σου”.  Στην πρώτη περίπτωση συνεχίζει κάποιος άλλος το παιγνίδι, στη δεύτερη χάνεις όλους τους πόντους του αλλά μπορείς να συνεχίσεις το παιγνίδι.

Αν το “λιγκρίν” πέσει μακριά στο έδαφος κάποιος το παίρνει. Το ρίχνει με στόχο τη “νισκιάν”. Αν το “λιγκρίν” πέσει τόσο κοντά στη “νισκιάν”, που το καλύπτει το μήκος της “βέρκας” που κρατεί ο αμυνόμενος, τότε αυτός που έπαιξε χάνει.  Αν όμως με τη “βέρκα” του το αποκρούσει ο παίκτης που φυλάγει τη “νισκιάν” του ή εκείνος που το έριξε αστοχήσει να το ρίξει τόσο κοντά στη “νισκιάν” τότε ο παίκτης κτυπώντας επιδέξια το “λιγκρίν” στην άκρη προσπαθεί να το ανασηκώσει και με εύστοχο δυνατό κτύπημα να το στείλει μακριά. Έχει το δικαίωμα να το κτυπήσει τρεις φορές φωνάζοντας κάθε φορά “μάτσας”, “δκυότσας”, “τρίτσας”.  Αφού το πάρει όσο πιο μακριά μπορεί τότε αρχίζει να μετρά με τη “βέρκα” μέχρι να φτάσει στη “νισκιά” του.

Ο ίδιος παίκτης παίζει για δεύτερη φορά έχοντας τώρα τη “βέρκα” κάτω από τα σκέλη του και προσπαθεί να παίξει το “λιγκρίν” φωνάζοντας “πτου στη νισκιάν μου”.  Αν δεν έχανε, είχε το δικαίωμα να παίξει και “τσουλλοκαθιστά”, κάμπτοντας τα γόνατα και φέρνοντας τη “βέρκα” πίσω από τους γλουτούς του φωνάζοντας “πτου στη νισκιάν μου”.  Έπρεπε να ανασηκώσει το “λιγκρίν”, να το κτυπά ελαφρά μετρώντας τώρα 5, 10, 15… κ.ο.κ.  Το σύνολο των πόντων γραφόταν με τη “βέρκα” στο έδαφος.  Μετά τον πρώτο παίκτη, παίζει ο δεύτερος, ακολουθεί ο τρίτος μέχρι να παίξουν όλοι.

Αν καμιά φορά ο παίκτης δεν εύρισκε καλά το “λιγκρίν” και αυτό έπεφτε κοντά στη “νισκιάν”, είχαμε το λεγόμενο “τσίκκιλον”.  Τότε αυτός που το έπαιρνε είχε το δικαίωμα του “ππούφουρτου”, δηλαδή να το βάλει στο στόμα του και να το φυσήξει προς τη “νισκιάν”, χωρίς ο αμυνόμενος να έχει το δικαίωμα απόκρουσης. Απλώς τοποθετούσε τη “βέρκα” του πάνω στη “νισκιάν” με κατεύθυνση τον παίκτη που θα το “ππουφούριζε”. Αν κατόρθωνε να φέρει το “λιγκρίν” κοντά στη “νισκιάν” σε μικρότερη απόσταση από τη “βέρκα” έχανε ο παίκτης. Διαφορετικά συνέχιζε.