Παιδικές θύμισες από τον πόλεμο του 1940.του Μάρκου Θάνου
Ήμουν μόλις έξι χρονών στο χωριό μας Σενίτσα (Ελευθέρι) όταν οι Ιταλοί μας
κήρυξαν τον πόλεμο το 1940. Στις ημέρες, εβδομάδες, μήνες, και χρόνια κατοχής που
ακολούθησαν αυτόν τον πόλεμο έχουν καταγραφεί μέσα μου εικόνες ανεξίτηλες που δεν
τις σβήνει ο χρόνος!...
Αυτές οι εικόνες περνούν συχνά στο νου μου, σαν κινηματογραφική ταινία και
μου δημιουργούν την αίσθηση πως ξεφυλλίζω μέσα μου σελίδες από «Βιβλίο με
παιδικές θύμισες!...».
Κάποιες από αυτές τις θύμισες με γεγονότα εκείνης της εποχής περιγράφω εδώ,
για να τα θυμούνται οι παλαιότεροι, όπως τα ζήσαμε τότε, αλλά και για να τα μαθαίνουν
οι νεότεροι,. με την ευχή να μη τα ζήσουν ποτέ!..Κάποια ημέρα στις στάνες, η Αθηνά Χήρα, που ήταν πέντε χρόνια μεγαλύτερή
μου, μου είπε να την ακολουθήσω και να πάμε για μία δουλειά που της είχε πει ο
ξάδελφός μου Νάσης (Θανάσης) Θάνος (20 χρονών τότε). Χωρίς να ξέρω για ποια
δουλειά πάμε, την ακολούθησα στο δημόσιο χωματόδρομο (αυτοκινητόδρομο),
που εκείνη την εποχή (1942) περνούσε ανάμεσα από τις δύο λίμνες. Στην πλαγιά από
Καλοδίκι προς Πυργί η Αθηνά σταμάτησε στη μέση της Δημοσιάς και μου είπε να την
βοηθήσω να απλώσουμε πρόκες που κρατούσε στην ποδιά της.Μου υπέδειξε να
μη σκορπάμε τις πρόκες αλλά να τις βάλουμε όρθιες με την κεφαλή προς τα κάτω
και το μυτερό μέρος προς τα επάνω. Οι πρόκες ήταν με μεγάλη κεφαλή, σαν
αυτές που πετάλωναν τα άλογα ή βάζανε σε τσαρούχια εκείνη την εποχή. Τις
απλώναμε σε μήκος περίπου 15 μέτρα και σε όλο το πλάτος του δρόμου. Ενώ
βοηθούσα να απλώνουμε πρόκες στο δρόμο την ρώτησα γιατί το κάνουμε αυτό,
κι αυτή αντί να μου εξηγήσει μου φώναξε δυνατά να βιαστούμε και να κάνουμε
ότι της είχε πει ο Θανάσης. Μου είπε μάλιστα να μη ξαναρωτήσω και να μη πούμε
σε κανέναν ότι εμείς βάλαμε τις πρόκες στο δρόμο.
Έτσι, απλώσαμε γρήγορα τις πρόκες και αμέσως μετά με πήρε από το χέρι κι
ανεβήκαμε ψηλά στον βραχώδη λόφο που ήταν περί τα 100 μ. επάνω από τον
δρόμο. Όταν διαμαρτυρήθηκα γιατί πήγαμε στον λόφο και δεν επιστρέψαμε στις
στάνες, μου είπε, πως αν πηγαίναμε στις στάνες, θα κινδυνέψουμε να μας σκοτώσουν
οι ταλοί. Μου εξήγησε στη συνέχεια ότι τις πρόκες που βάλαμε θα τις πατήσουν σε
λίγο ιταλικά αυτοκίνητα που θα περάσουν από Ηγουμενίτσα - Μαργαρίτι για Πάργα
και ότι μερικά από αυτά θα πέσουν στο γκρεμό και θα καταλήξουν στην λίμνη
που είναι περί τα 10 μ. κάτω από το δρόμο.
Πράγματι, ακούσαμε να πλησιάζουν ιταλικά αυτοκίνητα και με κομμένη την
ανάσα παρακολουθούσαμε τα πρώτα από αυτά να πλησιάζουν τις πρόκες!... Και
ξαφνικά, τα δύο πρώτα αυτοκίνητα που πέρασαν στη ζώνη με τις απλωμένες
πρόκες έγειραν το ένα προς την πλευρά της λίμνης και το άλλο προς την
πλευρά του βουνού. και ακινητοποιήθηκαν!... Μετά σταμάτησαν και
τα άλλα αυτοκίνητα που ακολουθούσαν.
Τα δύο αυτοκίνητα δεν έπεσαν στην λίμνη.
Απλώς, είχαν κλατάρει τα λάστιχα από τις πρόκες, και επειδή τα αυτοκίνητα δεν
είχαν μεγάλη ταχύτητα, λόγω του κακόδρομου, κατάφεραν να σταματήσουν πριν
να φύγουν από τον δρόμο. Μόλις σταμάτησαν, οι Ιταλοί φαντάροι σκόρπισαν στην
άκρη του δρόμου προς το βουνό και έσκυψαν παίρνοντας θέσεις μάχης! Όμως,
πριν να σκύψουν οι Ιταλοί, εγώ νόμισα πως θα ανέβαιναν στον λόφο, όπου
ήμασταν με την Αθηνά, και έτσι αυθόρμητα από ένστικτο διάσωσης έκανα
να σηκωθώ για να τρέξω προς τα επάνω. Ευτυχώς, η Αθηνά ψύχραιμα με έπιασε
δυνατά και με κράτησε ακίνητο! «Αν κουνηθούμε ή αν ακουστούμε
θα μας σκοτώσουν» είπε!
Οι Ιταλοί, αφού άλλαξαν ρόδες και καθάρισαν τον δρόμο, συνέχισαν την
πορεία τους προς Πάργα.
Λίγες μέρες αργότερα, ένα μεσημέρι που έκανα πως κοιμόμουν, άκουσα από τον
ξάδελφό μου Θανάση που μιλούσε με κάποιον μεγαλύτερο ότι «Το σαμποτάζ» με τις
πρόκες το είχε σχεδιάσει ο μεγαλύτερος αδελφός του ο Δάσκαλος Νίκος Θάνος.
Έλεγε ακόμη ο Θανάσης, πως μία άλλη μέρα αυτός με την Χρύσα (αδελφή
της Αθηνάς Χήρα) είχαν βάλει πρόκες και είχε κλατάρει τότε μία μόνο ρόδα.
Τότε συνειδητοποίησα, πως είχε αρχίσει από τον ελληνικό λαό
αντίστασημε κάθε μέσο και τρόπο κατά των κατακτητών ΠΗΓΗ: