Δροσίσετε την ψυχή σας στην αγιότητα. Κωνσταντινούπολη, στη μέση της βλογημένης αυτής αφεντοπολιτείας στεκότανε, σαν ήλιος, η Αγιά Σοφιά… δεν υπάρχει άλλη στην οικουμένη, κι ούτε βρίσκεται στον ντουνιά τέτοια …
Κωνσταντινούπολη, η αγιασμένη πολιτεία
Φώτης Κόντογλου
Τι ήτανε, αληθινά, εκείνο το Βυζάντιο, εκείνη η Κωνσταντινούπολη; Παραμυθένιος κόσμος! Όχι μοναχά η αρχαία πολιτεία, μα κι η καινούργια, ως του σουλτάν-Χαμίτ τα χρόνια. Είχα γνωρίσει έναν χριστιανό Ανατολίτη κοσμογυρισμένον, που έζησε πολλά χρόνια στην Ευρώπη και στην Αμερική, στη Λόντρα, στο Παρίσι, στη Ρώμη, στη Νέα Υόρκη. «Όλες αυτές οι μεγάλες πολιτείες, μου έλεγε, είναι σπουδαίες, μα σαν την Κωνσταντινόπολη δεν υπάρχει άλλη στην οικουμένη, κι ούτε βρίσκεται στον ντουνιά τέτοια επίσημη αρχοντικιά και βασιλική πολιτεία».
Στα χρόνια των Βυζαντινών «η βασιλεύουσα Πόλις» θα είχε μια εξωτική κι αλλόκοτη μεγαλοπρέπεια. Χίλιοι κουμπέδες (τρούλλοι) κατάχρυσοι λαμποκοπούσανε μέσα στη βλογημένη αυτή αφεντοπολιτεία. Στη μέση στεκότανε, σαν ήλιος, η Αγιά Σοφιά, και γύρω της ήτανε σκορπισμένες οι άλλες εκκλησίες με τους χρυσούς κουμπέδες, σφαίρες ουράνιες, που λες και γυρίζανε γύρω στον ήλιο. Δεν φαινόντανε πως ήτανε κτίρια καμωμένα από τον άνθρωπο, αλλά σαν να κατεβήκανε από τον ουρανό και σταθήκανε απάνω στη γη. Κι από μέσα ήτανε καταστολισμένες με ψηφιά, με χρωματιστά μάρμαρα, με σμάλτα, με ζωγραφιές, που θαρρούσε κανένας πως μπαίνει σε ουράνια παλάτια. Είχανε δίκιο οι παλιοί Κινέζοι που λέγανε πως αυτά τα κτίρια ήτανε «κάποια παλάτια μεγάλα και λαμπερά, που από μέσα μοιάζανε σαν τα χρυσά φτερά του φασιανού την ώρα που πετά»….
Το Σαββατόβραδο, κατά το δειλινό, η ατμόσφαιρα γέμιζε από τη γλυκειά βουή που κάνανε χιλιάδες καμπάνες και που ανέβαινε σαν ψαλμωδία απάνω από την αγιασμένη πολιτεία, από τη Νέα Σιών, «ήχος καθαρός εορταζόντων». Πανηγυρική μεγαλοπρέπεια!
Μοναχά το Βυζάντιο κατέβασε στη γη την ουράνια αρμονία.
(Πηγή : Φώτης Κόντογλου, Μυστικά άνθη Ήγουν: Κείμενα γύρω από τις αθάνατες αξίες της ορθόδοξης ζωής, Ἀθῆναι: Ἐκδόσεις Ἀστήρ,, σσ. 93-99. )
ΗΠΕΙΡΟΣ
Επί του Ρωμαίου αυτοκράτορα Διοκλητιανού (284-305 μ.Χ.) παρουσιάζεται μια σημαντική μεταβολή στη διοίκηση της Ηπείρου. Η Ήπειρος διαιρέθηκε σε δυο μεγάλες διοικήσεις, στην Παλαιά και Νέα Ήπειρο. Όμως, κατά τους πρώτους βυζαντινούς χρόνους παρέμεινε στην αφάνεια. Όταν το ρωμαϊκό κράτος χωρίστηκε σε Ανατολικό και Δυτικό, η Ήπειρος, με τις δυο αυτές επαρχίες, Παλαιά και Νέα Ήπειρο, απετέλεσαν τμήμα του βυζαντινού κράτους.
Η Ήπειρος παρέμενε ακόμη ολιγάνθρωπη και έρημη. Ακόμη περισσότερο ερημώθηκε όταν και αυτή δέχτηκε επιδρομές των Γότθων του Αττίλα. Οι Γότθοι κατέστρεψαν τον Ογχησμό (σήμερα Άγιοι Σαράντα), την Νικόπολη, το Βουθρωτό, την Φοινίκη και άλλες πόλεις.
Από τότε η ηπειρωτική ιστορία βρίσκεται βυθισμένη στο σκοτάδι. Λίγες πληροφορίες μας δίνει ο «Συνέκδημος» του Ιεροκλέα, έργο της εποχής του Ιουστινιανού, στο οποίο εξετάζεται από τον βυζαντινό ιστορικό και γεωγράφο Ιεροκλή και απαριθμούνται «Πάσαι αι επαρχίαι και πόλεις αι υπό τον Βασιλέα των Ρωμαίων του εν Κωνσταντινουπόλει».
Από τον Ιεροκλέα πληροφορούμαστε ότι η Παλαιά Ήπειρος περιελάμβανε το τμήμα από τα Ακροκεραύνια μέχρι τον Αμβρακικό κόλπο. Πρωτεύουσα της Παλαιάς Ηπείρου ήταν η Νικόπολη, η οποία έγινε σπουδαίο πολιτικό και πνευματικό κέντρο. Τα σωζόμενα βυζαντινά ερείπια, ναοί, μωσαϊκά, θέατρα, υδραγωγείο και άλλα έργα τέχνης μαρτυρούν την ακμή της πόλης κατά τους Βυζαντινούς χρόνους.
Η Νέα Ήπειρος περιελάμβανε το τμήμα από τα Ακροκεραύνια μέχρι το Δυρράχιο. Οι κάτοικοι είχαν ελληνική συνείδηση και μιλούσαν την ελληνική γλώσσα. Πρωτεύουσα της Νέας Ηπείρου ήταν το Δυρράχιο. Για αιώνες το Δυρράχιο ήταν σπουδαίο βυζαντινό λιμάνι και διαδραμάτισε σπουδαίο ρόλο στον πόλεμο εναντίον των Νορμανδών και άλλων βαρβάρων που απειλούσαν τη Βυζαντινή αυτοκρατορία.
Σπουδαίο ρόλο διαδραμάτισε η Ήπειρος στην ιστορία του Μεσαιωνικού Ελληνισμού κατά τα χρόνια του Δεσποτάτου της Ηπείρου. Το Δεσποτάτο ιδρύθηκε μετά το 1204, μετά δηλ. την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Λατίνους, από τον Μιχαήλ Άγγελο Κομνηνό Δούκα.
Κράτησε ζωντανή τη φλόγα του ελληνισμού στα σκληρά χρόνια της Φραγκοκρατίας και ηγήθηκε στην προσπάθεια ανάκτησης της Κωνσταντινούπολης . Δεν τα κατάφερε, η Αυτοκρατορία της Νίκαιας πέτυχε το ποθούμενο. (Απελευθέρωσε την Πόλη από τους Δυτικούς το 1261).
Περιελάμβανε την περιοχή της Ηπείρου από το Δυρράχιο μέχρι την Ναύπακτο. Είχε πρωτεύουσα την Άρτα στην οποία σώζονται σημαντικά βυζαντινά μνημεία, κυρίως Ναοί, που μαρτυρούν την ακμή της πόλης. Το Δεσποτάτο της Ηπείρου είχε οργανώσει τακτικό στρατό και αγωνίστηκε εναντίον των Φράγκων και διέλυσε τα άτακτα αλβανικά στίφη που λεηλατούσαν τις κεντρικές περιοχές.
Θεόδωρος Άγγελος Δούκας Κομνηνός, ο σπουδαιότερος ηγεμόνας της Ηπείρου (1215-1230. Για τον Θεόδωρο ο Νικηφόρος Γρηγοράς γράφει χαρακτηριστικά: «Άνδρας δραστήριος και καινά δεινός επινοείσαι πράγματα». Ο Θεόδωρος αποφάσισε να επεκτείνει το δεσποτάτο ανατολικά και έθεσε ως πρώτο στόχο του την κατάληψη της Θεσσαλονίκης, πράγμα που το κατάφερε το 1224.Σε μια εισβολή του όμως στη Βουλγαρία (Απρίλιος του 1230) ο Θεόδωρος ατύχησε, αφού ηττήθηκε από τον Βούλγαρο τσάρο Ιωάννη Ασάν , και αιχμαλωτίστηκε.....Στη συνέχεια, το δεσποτάτο είχε πολλά προβλήματα με τους Λατίνους, τους Αλβανούς και τους Σέρβους του Στέφανου Δουσάν.
Από τον 14ο αιώνα οι Αλβανοί αρχίζουν να γίνονται απειλητικοί και σπέρνουν τον τρόμο στις δυτικές επαρχίες της Ηπείρου. Οι συνεχείς αυτές λεηλασίες και επιδρομές είχαν συνέπεια την φτώχεια και την εξαθλίωση των βορειότερων ηπειρωτικών επαρχιών, και δημιουργούν προβλήματα στους Έλληνες της Ηπείρου. Εξαιτίας αυτών των λεηλασιών και των επιδρομών των Αλβανών παρατηρείται μεγάλη μετανάστευση των Ηπειρωτών στην νότιο Ελλάδα.
Αναφέρεται ότι το 1380 δέκα χιλιάδες Ηπειρώτες χριστιανοί, καλούμενοι «Αρβανίτες» κατέβηκαν από το Άρβανον και εγκαταστάθηκαν στη νότιο Ελλάδα, στην Πελοπόννησο, Αττική, Βοιωτία και στα νησιά Ύδρα, Σπέτσες και Άνδρο. Η μετανάστευση αυτή ελάττωσε τον πληθυσμό της Ηπείρου.