Παρασκευή 5 Ιανουαρίου 2024

ΤΟ ΕΘΙΜΟ ΤΟΥ ΚΛΗΔΟΝΑ

Ήθη και Έθιμα


«Με αφορμή μια στάμνα»

Κλειδώνουμε τον κλήδονα μ’ ένα μικιό κλειδάκι

κι απόης τον αφήνουμε έξω στο φεγγαράκι

Σα μάθει ο σκύλος γράμματα κι η γάτα να διαβάζει 
τότε και συ θα παντρευτείς να κάμει ο κόσμος χάζι…

 «Κλήδονας» 


Το καλοκαίρι πηγαίνω στο σπίτι του παππού στη Ρούμελη. 
Τελευταία μου ανακαλυψη εκεί ήταν ένα παλιό ημερολόγιο.
 Στην ετικέτα έγραφε: "Μυστικό ημερολόγιο του Θοδωρή
 και της Μυρσύνης". Ο Θοδωρής και η Μυρσύνη είναι ξαδέρφια
 της γιαγιάς μου, που σήμερα έχουν πατήσει τα εξήντα. Άνοιξα
 το μυστικό ημερολόγιο και το ρούφηξα σαν γρανίτα λεμόνι.

Έλαμπε ολόκληρη η Καλλινίτσα.
 Φέτος ήταν η σειρά της Λαμπρινής να ντυθεί Καλλινίτσα, δηλαδή νύφη για τον Αϊ-Γιάννη τον Κλήδονα. Η Λαμπρινή είναι 12 χρονών.

Μαζευτήκαμε όλο κορίτσια και γυναίκες στο σπίτι της.
Την ντύσαμε και την στολίσαμε. Όταν την βγάλαμε
έξω άρχισαν να της τραγουδούν. Η Καλλινίτσα
κράταγε τον τέτζερη με το αμίλητο νερό, που το
'χε φέρει από την πηγή δίχως να βγάλει

τσιμουδιά. Πήγαινε μπροστά κι από πίσω
ολόκληρη πομπή οι φίλες της. Περπατούσε
αργά και ήταν πολύ σοβαρή. Σαν ιέρεια,
σαν θεά έμοιαζε. Λες και την ώρα εκείνη
γινόταν μάντισσα αληθινή. Τη
σεργιανίσαμε σ' όλο το μαχαλά
και η κάθε κόρη έβγαζε
κάτι δικό της και τό 'ριχνε στο 
δοχείο με το αμίλητο νερό. Άλλη βραχιόλι, άλλη κουμπί, άλλη το χτένι της. Το βράδυ η μάνα της Λαμπρινής έβγαλε το ΄τετζερη με το αμίλητο νερό στον μπαχτσέ της. Εκέι θα έμενε όλο το βράδυ, κάτω από τ' άστρα. Φαίνεται πως τ' άστρα θα το μαγεύουν. 'Επειτα ανάψαμε φωτιές και τις πηδούσαμε και παίζαμε. Ο μπαμπάς λέει ότι τις φωτιές του Αϊ-Γιαννιού τις ανάβουμε για να δυναμώσουμε τον ήλιο, που μπαίνει σε άλλη τροχιά μετά τις 21 Ιουνίου, πιο αδύναμη. Για να κάνουμε μια καινούργια, καθαρή αρχή, "να φύγει το κακό, να μείνει το καλό", λέει.
Πέμπτη 10 Ιουλίου, του Αλωνιάρη  
Σήμερα πήγα με τον μπαμπά στο αλώνισμα. Ο πατέρας με κάθισε πάνω στο άλογο, για να έχει βάρος το ζώο και να πιάνει καλύτερα η δοκάνα τα άχυρα. Η δοκάνα είναι ένα επίπεδο ξύλο με τσακμακόπετρες από κάτω. Αυτές κάνουν τη δουλειά, το ξεχώρισμα του καρπού. Μόλις μ' έβαλε ο μπαμπάς στο άλογο, ο αλωνιάρης έδεσε το σχοινί των αλόγων στον στρίγερο, στο ξύλο που είναι στημένο στη μέση του αλωνιού. "Άπλωσε!" φώναξε στ' άλογα ο αλωνιάρης, και τους έδωσε μια στα πισινά με τα καμουτσίκια. Παραλίγο να γκρεμιστώ! Όταν τυλίχθηκε το σχοινι στον στρίγερο, ο αλωνιάρης ξαναφώναξε στ' άλογα "Άλλαξε!" κι αυτά τα καημένα άρχισαν να τρέχουν από την αντίθετη πλευρά. Εγώ το απόλάμβανα πια να τρέχω στην πλάτη του αλόγου και να βλέπω να πετιούνται τ' άχυρα αριστερά και δεξιά. Η σοδειά φέτος είναι καλή, λέει ο μπαμπάς.
15 Ιουλίου
Χαρά μεγάλη έχω. Θα πάμε φέτος σε ΟΛΑ τα πανηγύρια. 17 Ιουλίου της Αγίας Μαρίνας, 20 του Προφήτη Ηλία, 26 της Αγίας Παρασκευής και 28 του Αγίου Παντελεήμονα... Του Αϊ-Λιά θα ανέβουμε στο εκκλησάκι, στην κορφή του βουνού, με τα πόδια! Θα κοιμηθούμε κάτω από τ' άστρα και θα πούμε πάλι την ιστορία του προφήτη που κουβαλούσε ένα κουπί παντού και ρωτούσε τι ήταν αυτό που κουβαλά. Κι όλοι του λέγανε κουπί. Μα όταν κάποιος του απάντησε ότι είναι ξυλο, δε γνώριζε δηλαδή την θάλασσα, τότε έστησε πια το καλύβι του κι έμεινε εκεί μια ζωή. Την ιστορία αυτή την λένε κάθε χρόνο, μα κάθε φορά την ακούω σα να'ταν καινούργια.






 Ήθη λέγονται οι αντιλήψεις ενός λαού για την ηθική και κοινωνική συμπεριφορά. Είναι οι γενικές αρχές Δικαίου, οι θεμιτοί τρόποι συμπεριφοράς του κοινωνικού ανθρώπου.Όλα αυτά αποτελούν ένα είδος κανόνων και νόμων, μια μορφή δικαίου, άγραφου, που θα μπορούσαμε να το ονομάσουμε εθιμικό.Όταν, όμως, οι αντιλήψεις αυτές πάρουν και μια σταθερά επαναλαμβανόμενη τελεστική,  γίνονται έθιμα

Τα ήθη και έθιμα, τα δημοτικά τραγούδια και οι παροιμίες, οι παραδόσεις και οι θρύλοι αποτελούν το λαϊκό πολιτισμό που είναι ο καθρέφτης ενός λαού. 
Ετυμολογία της λέξης «Κλήδονας» 
Η λέξη «κλήδων» ετυμολογείται σύμφωνα με τους Lidell και Scott ως οιωνός , ως μαντική φράση με μήνυμα, μαντικός λόγος και μαντικός ψίθυρος  . Τη συναντάμε από τα έπη του Ομήρου και του Ησίοδου.Με τη σημασία του «γνωστοποιώ» συναντάται στην Οδύσσεια, Ιλιάδα, Θεογονία, στην Άλκηστη και απόσπασμα του Ευριπίδη και στην Αριστοφανική Λυσιστράτη13. Η λέξη εντοπίζεται και ως όνομα και επίκληση- κληδόνιος- τον Δία και Ερμή, διότι αυτοί έδιναν τις κληδονές, τους οιωνούς στους ανθρώπους.

Από όλο το χριστιανικό αγιολόγιο επιλέχθηκε ο Αι- Γιάννης ο Πρόδρομος για να συνδεθεί με το έθιμο. Ο πρώτος που κάνει αναλυτική περιγραφή του εθίμου ήταν ο Θεόδωρος Βαλσαμών, πατριάρχης Αντιόχειας Ζητούσε να αντικατασταθεί με τον αγιασμό και ευχές , ενώ προσδιόριζε τις ποινές για όσους συμμετείχαν ή απλώς παρακολουθούσαν τον Κλήδονα: αν ο παραβάτης ήταν λαϊκός τότε αυτόματα αφοριζόταν, ενώ αν ήταν κληρικός καθαιρούνταν. Η πολεμική που ασκήθηκε από την εκκλησία αποτυπώθηκε σε φράσεις όπως «αυτά τα λεν στο Κλήδονα», «τέτοια να τα λες στον Κλήδονα», «τέτοια εγώ τα ακούω στον Κλήδονα», δηλαδή απαξιωτικές εκφράσεις για το δρώμενο που καταντά συνώνυμο της ελαφρότητας.             πηγη:Κουκουλές Φαίδων, Βυζαντινών βίος και πολιτισμός

Η γιορτή του Αϊ - Γιάννη, τοποθετημένη μέσα στην καρδιά του καλοκαιριού, στέκεται ορόσημο ανάμεσα στα δύο ηλιοστάσια του χρόνου. Το ηλιοστάσιο του καλοκαιριού που τελειώνει και το ηλιοστάσιο του χειμώνα που αρχίζει.


Ο λαός μας λέει:

"Ο ήλιος γυρίζει σαν τροχός τ' Αϊ - Γιαννιού, κι απδάει απ' το καλοκαίρ(ι) στο χειμώνα".

Και για να ιδούν το μεγάλο τούτο άλμα, που κάνει ο ήλιος, σηκώνονται πρωί - πρωί εκείνη τη μέρα και κοιτάνε την ανατολή.

Το ξεκίνημά του  «Κλήδονα» αρχίζει από την αρχαιότητα, φτάνει στο Μεσαίωνα, περνάει στο Βυζάντιο στους σκοτεινούς αιώνες της τουρκικής κυριαρχίας, φτάνει ως τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο και χάνεται μέσα στα συντρίμμια του Β Παγκοσμίου Πολέμου.


Μαντινάδες για τον Κλήδονα



 Μαντινάδες κανονικά λέγονται τα δίστιχα που περικλείουν κάποιο νόημα, κάποιο μαντάτο, άρα χρησμό. Απλώς και κατ’ επέκταση μαντινάδες λέγονται όλα τα δίστιχα.

Κλειδώνουμε τον κλήδονα μ’ ένα μικιό κλειδάκι
 κι απόης τον αφήνουμε έξω στο φεγγαράκι.

Σήμερα που ‘ναι τα’ Αι Γιαννιού του Θιου ζητώ μια χάρη 
Του χρόνου σαν και σήμερα να γίνουμε ζευγάρι.

 Σήμερα που ‘ναι τα Αι Γιαννιού βάλε αρχή κερά μου 
Του χρόνου σαν και σήμερα να σ’ έχω αγκαλιά μου.

 Ε Γλυκοπαναγία μου, που ‘σαι στη γειτονιά σου 
Ζευγάρισέ το μήλο μου, ν΄ανάβω τα κεριά σου .

Στο όνομα σου ορκίζομαι στο κλήδονα επάνω 
αν δεν σε κάνω ταίρι μου καλιά ‘χω να πεθάνω.

 Μήλο ‘βαλα στον κλήδονα κι είναι και μυρωδάτο 
Κι αν δεν σε πάρω θα γενεί ο κόσμος άνω κάτω.
Αν οι κοπέλες  συναντήσουν κανέναν, δεν καλησπερίζουν, δεν ανοίγουν καν το στόμα τους! Αν τυχόν, υποχρεωθούν να μιλήσουν, από πειραχτήρια της γειτονιάς, που τις πήραν είδηση, χύνουν το νερό και γυρίζουν πάλι στη βρύση!
Πρέπει νάρθει τ’ «αμίλητο νερό» με κάθε τύπο άγραφο έστω, για νάχει αύριο, τη μαγική δύναμη, που του αποδίδουν!
Ανοίξετε τον κλήδονα να βγάλουμε τα μήλα
 του χρόνου σαν και σήμερα βγάλετε δακτυλίδια

Έφθασε η ώρα κι η στιγμή κι ο κλήδονας ανοίγει 
Και κάθε μια το ριζικό στα φανερά ξανοίγει

Βγαίνει το μήλο τ’ άρχοντα, του πιο καλού λεβέντη, 
Του πρώτου μας παλικαριού στο λούσο και στο γλέντι

- Στίς ρεματιές μαζεύονται τή νύχτα οί νεράδες,
 και σήμερα στόν Κλήδονα οί όμορφες κυράδες!

- Όσοι 'ρθανε στόν Κλήδονα τήν τύχη τους νά δούνε,
 είν' όλοι τους γιά νά τούς κλαϊς. "Ας πάνε νά χαθούνε!

- Κάθισε 'κεϊ πού κάθεσαι! Μή θές ν' αλλάξεις θέση, 
γιατί ή ψηλή ή μύτη σου γρήγορα θά σοϋ πέσει.

 - Άρχοντα ονειρεύεσαι μ' αρχόντισσα δέν είσαι!
 Μ" αυτούς πού πρώτα έζησες μ' αυτούς καί πάλι ζήσε! 

Της μαύρης κότας τα φτερά στη γη να τιναχτούνε
 και στης κακιάς γειτόνισσας τα μάτια να της βγούνε

Μαυριδερή και νόστιμη κοντούλα και γεμάτη,
 απ' όλες τις γειτόνισσες εσένα έχω στο μάτι

Σα μάθει ο σκύλος γράμματα κι η γάτα να διαβάζει 
τότε και συ θα παντρευτείς να κάμει ο κόσμος χάζι…

θα πάρεις άντρα όμορφο με αετίσιο μάτι,
 Το ριζικό του κλήδονα τον λέει......... ακαμάτη

Γαρύφαλλο τσαταλωτό στου Βασιλιά το χέρι, 
Τούρκοι - Ρωμιοί το μαρτυρούν πού'σαι δικό μου ταίρι. 

«Είσαι ψυχρή και άσκημη - έχεις και καμπουρίτσα
 ψεύτρα και κουτοπόνηρη - είσαι και μια μουσίτσα.» 

«Η μάνα που σε γέννησε καλλιά τονε να κάνει
ένα κατσούλι παρδαλό τσοι ποντικούς να πιάνει!»

Έχεις δυο μάτια σαν αυγά Δυο φρύδια σα βαρέλια
 Κι οταν σε βλέπω από κοντά Ξηραίνουμι στα γέλια

«Ποια να σε πάρει εσένανε - που δεν έχεις μια χάρη 
– πρέπει τη νύχτα να σε δει -βράδυ χωρίς φεγγάρι.»

Εσύ θαρείς πως είσαι πια Καμιά μηλιά με τάνθη 
Μα είσαι η φουρνότρυπα Που βάζουνε τη στάχτη.

«Τα μάτια σου γυαλίζουνε τη νύχτα στο σκοτίδι,
κι η μύτη σου ‘ναι πιπεριά και βάλε την στο ξύδι!»
 
«Όντε θ’ ασπρίσ’ ο κόρακας και θα μαυρίσει ο γλάρος,
ετότε σας θα παντρευτείς να μπω κι εγώ κουμπάρος!»

 Το αρχοντικό σου όνομα έγραψα στο απίδι,
 να σ’ αποκτήσω άντρα μου να σ’ έχω νοικοκύρη

Το μήλο σου απ' τον Κλήδονα τ' Άι Γιαννιού τη μέρα
το βγάλανε και μούπανε πως θα φορέσεις βέρα

"Ανοίξτε τον κλήδονα και στρώστε βελούδα
 για να περάσει ο βασιλιάς και η βασιλοπούλα. 

«Μέσα στα χιόνια λούστηκες και πήρες την ασπράδα,
πήρες κι απού τα γιασεμιά ούλη την ομορφάδα!»


«Έχεις του ήλιου τσ’ ομορφιές, του φεγγαριού γλυκάδες,
του μήλου του βενέτικου, τσι ροδοκοκκινάδες!»


«Θαμάζομαι τη μάνα σου, πώς δεν παραλοΐζει,
τέτοιο σγουρό βασιλικό, απού βαγιοκλαδίζει!»


«Μαύρα ‘ναι τα ματάκια σου, κρύσταλλο ν’ ο λαιμός σου,
και διαμαντένια η γι ελιά, που ’χεις στο μάγουλό σου!»

«Ανοίξετε, σφαλίξετε, τσι πόρτες του Κληδόνου,
‘που στερνοβγεί το μήλο ντου, να ζήσει χίλιους χρόνους!».




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου