Μας πήρ... ο χιονιάς και φέτος.
Χιονίζ... απ΄το πρωί κι ο νους στο παράθ....ρο να μην το σταματήσει, να το στρώσει, να το δούμε αλλι..ς το σκηνικό μας.
Κάθε χρόνο η παρουσία του οδηγεί το μυαλό σε αναμνήσεις τ...ς παιδικής ηλικίας, στο παλιό σπίτι που γεννήθηκα και μεγάλωσα, που πρωτοέπαιξα χιονοπόλεμο.
Θυμάμ.... οτι ακουγόταν στ...ν αυλή όταν το πύκνωνε.
Ναι ακουγόταν ένα πουπουλένιο παφ παφ σαν απόκοσμο νανούρισμα.
Ταξίδευ... ο πατέρας τότε και τ..ν περιμέναμε στο σπίτι όλ....
....μασταν πολλά άτομα, το παλιό σπίτι είχε μπόλικα δωμάτια και μας βόλευε όλους.
Χιόνιζε θυμάμαι από ν...ρίς το απόγευμα και τη μάνα μου τ...ν έζωναν τα φίδια.
Τον περίμενε πώς και πώς .
Ήμουν γύρω στα τέσσερα χρόνια μου.
Ήθελα να κρ...φτώ πριν μπει στο σπίτι για να μ΄αναζητ....σει όπως πάντα.
..... ώρες περνούσαν κι εκείνος αργούσε.
Hμασταν αγκαλιά με .......μάνα στον καναπέ του σαλονιού εκεί που ...ταν η κεντρική σόμπα που ζέσταιν... το σπίτι.
Μας πήρε ο ...πνος.
Ξαφνικά πετάχτ...κα απ΄την αγκαλιά της ακούγοντας τον χαρακτηριστικό ήχο τ...ν φρένων του φορτηγού που τ....ν ήξερα τόσο καλά.
Ήταν ενα scania με κίτρινη ξύλιν... καρότσα και τα φρένα του έκαναν ιδιαίτερο ήχο σα να ξεφ...σούσαν.
Βιάστηκα να χ...θώ κάτω απ΄το τραπέζι.
Το δαμάσκο τραπεζομάντηλο είχε γύρ του κρόσσια που μ΄άφηναν να βλέπω ενδιάμεσα.
Έβλεπα τ....ς μπότες του στο κατώφλι άκουγα τ΄αγκαλιάσματα και τα φιλιά με τ... μάνα μου και μετά περίμενα.
Ρ...τούσε πάντα με τον ίδιο π....χνιδιάρικο τρόπο.
«Πού είναι το κορίτσι μου;»
Κι εγώ που δε βαστιόμουν άλλο να σ..παίνω απαντούσα με το κεφάλι έξ.... απ΄το τραπεζομάντηλο.
«Νάτο το κορίτσι σου»
Μετά ο κόσμος μίκραιν.....
Γ....νόταν μια αγκαλιά.
Ενι...θα τα χέρια του κρ...α και αδρά στο προσ...πάκι μου, τα μάτια του να γελάνε, τα μπράτσα του να μ΄αγκαλιάζουν, να με σ κώνουν μέχρι το ταβάνι.
Το στέρνο του μύριζε κρ...ο αέρα.
Έβαζε τις πατούσες μου πάν... στ...ς μπότες του και με π...γαινε μέχρι το κρεβάτι.
Κ....μήσου μου ΄λεγε …αύριο θα το ΄χει στρώσ... και θα κάνουμε χιονάνθρωπο πρ...ί πρωί.
Από τότε και μετά το χιόνι με μαγεύει.
Με μικραίνει.
Όπως απόψε.
Ένα παραμύθι για την αισιοδοξία και την αγάπη! Βρισκόμαστε σε μία χιονισμένη πολιτεία, το 1920.Η Χιονούλα είναι μία άσπρη, πιτσιλωτή γάτα, χωρίς αφεντικό, που αγαπούσε πολύ τη ζωή. Στην άλλη άκρη της γης ζούσε ένας μικρός κατάμαυρος σκύλος, ο Mουτζούρης. Τα κρύα αυτά Χριστούγεννα, έψαχναν και οι δύο έναν τρόπο να προφυλαχτούν. Ένα χριστουγεννιάτικο όνειρο, αλλάζει τα Χριστούγεννά τους για πάντα.
| ||
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου