ΑΠΟ ΤΟ Β' ΣΧΕΔΙΑΣΜΑ
Άκρα του τάφου σιωπή στον κάμπο βασιλεύει·λαλεί πουλί, παίρνει σπυρί, κι η μάνα το ζηλεύει.Τα μάτια η πείνα εμαύρισε· στα μάτια η μάνα μνέει·στέκει ο Σουλιώτης ο καλός παράμερα και κλαίει:5«Έρμο τουφέκι σκοτεινό, τί σ’ έχω γω στο χέρι;Οπού συ μου ’γινες βαρύ κι ο Αγαρηνός το ξέρει.» |
ΣΟΛΩΜΟΣ: ΕΛΕΥΘΕΡΟΙ ΠΟΛΙΟΡΚΗΜΕΝΟΙ
Το απόσπασμα αυτό είναι από το ποίημα του Διονυσίου Σολωμού «Ελεύθεροι πολιορκημένοι», που το σχεδίασε ο ποιητής τρεις φορές, χωρίς να το ολοκληρώσει. Είναι Απρίλιος του 1826. Οι Τούρκοι πολιορκούν το Μεσολόγγι. Οι κάτοικοι αρνούνται να παραδοθούν. Περνάνε φρικτές στιγμές. Yποφέρουν από πείνα και αρρώστιες. Κι είναι άνοιξη. Η φύση, γεμάτη ζωή, είναι σαν να θέλει να παρασύρει τους πολιορκημένους με την ομορφιά της. Οι πολιορκημένοι όμως βάζουν το χρέος για την πατρίδα πάνω από τη ζωή τους.
ΣΧΕΔΙΑΣΜΑ Γ΄, αποσπάσματα 6
Έστησ’ ο Έρωτας χορό με τον ξανθόν Απρίλη,
Κι η φύσις ηύρε την καλή και τη γλυκιά της ώρα,
Και μες στη σκιά που φούντωσε και κλει δροσιές και μόσχους
Ανάκουστος κιλαϊδισμός και λιποθυμισμένος.
Νερά καθάρια και γλυκά, νερά χαριτωμένα,
Χύνονται μες την άβυσσο τη μοσχοβολισμένη,
Και παίρνουνε το μόσχο της, κι αφήνουν τη δροσιά τους,
Κι ούλα στον ήλιο δείχνοντας τα πλούτια της πηγής τους,
Τρέχουν εδώ, τρέχουν εκεί, και κάνουν σαν αηδόνια.
Εξ’ αναβρύζει κι η ζωή σ’ γη, σ’ ουρανό σε κύμα.
Αλλά στης λίμνης το νερό, π’ ακίνητό ‘ναι κι άσπρο,
Ακίνητ’ όπου κι αν ιδείς, και κάτασπρ’ ως τον πάτο,
Με μικρόν ίσκιον άγνωρον έπαιξ’ η πεταλούδα,
Που ‘χ’ ευωδίσει τς ύπνους της μέσα στον άγριο κρίνο.
Αλαφροίσκιωτε καλέ, για πες απόψε τι ‘δες`
Νύχτα γιομάτη θαύματα, νύχτα σπαρμένη μάγια!
Χωρίς ποσώς γης, ουρανός και θάλασσα να πνένε,
Ούδ’ όσο καν’ η μέλισσα κοντά στο λουλουδάκι,
Γύρου σε κάτι ατάραχο π’ ασπρίζει μες στη λίμνη,
Μονάχο ανακατώθηκε το στρογγυλό φεγγάρι,
Κι όμορφη βγαίνει κορασιά ντυμένη μες το φως του.
Το συγκλονιστικό κάλεσμα της φύσης στη χαρά της ζωής είναι η ισχυρότερη δύναμη που πολεμά την ηθική αντίσταση των πολιορκημένων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου