Τα χρόνια 1940 - 1945, αν και λίγα σχετικά, έδωσαν μια λογοτεχνία αρκετά σημαντική, και σε πρώτη
σειρά ποίηση... το έργο του Σικελιανού και του Σεφέρη, του Ελύτη και του
Βρεττάκου, του Αναγνωστάκη και του Εγγονόπουλου, του Γκάτσου και του
Ρίτσου και πολλών άλλων, συμπεριλαμβανομένων και των εξαίρετων θουριογράφων της Εθνικής Αντίστασης . Στους τελευταίους έχουν τη δική τους θέση τόσο οι επώνυμοι όσο
και οι ανώνυμοι ποιητές πολεμικών εμβατηρίων.
«Ακόμα πιο κοντά, και δε θα σπάσουν
αν δεν σπάσουν πρώτα τα δεσμά σου
Όταν μιλάμε για ποίηση μεγαλόφωνη στην περιοχή του νεοελληνικού ποιητικού λόγου, ο νους μας πηγαίνει αυτόματα σε τρεις ή τέσσερις περιπτώσεις. Μα κι ανάμεσα σ’ αυτές, η ισχυρότερη σε ένταση φωνή είναι χωρίς αμφιβολία του Άγγελου Σικελιανού. Ποιήματα εμπνευσμένα από τον ελληνο-ιταλικό πόλεμο του 1940-41 και την εχθρική κατοχή. Τα περισσότερα κυκλοφορούσαν την εποχή εκείνη μυστικά και αποτελούσαν ένα είδος αντίστασης.
Το Πνευματικό Εμβατήριο δημοσιεύτηκε στο 3ο τεύχος του περιοδικού «Ελεύθερα Γράμματα», στις 19.5.1945.
Πνευματικό εμβατήριο
Σαν έριξα και το στερνό δαυλί στο φωτογώνι (δαυλί της ζωής μου της κλεισμένης μες στο χρόνο) στο φωτογώνι της καινούργιας Λευτεριάς Σου Ελλάδα,
μου αναλαμπάδιασε άξαφνα η ψυχή, σα να ’ταν όλο χαλκός το διάστημα, ή ως να ’χα τ’ άγιο κελί του Ηράκλειτου τριγύρα μου όπου χρόνια, για την Αιωνιότη εχάλκευε τους λογισμούς του και τους κρεμνούσε ως άρματα στης Έφεσος το Ναό· γιγάντιες σκέψες σα νέφη πύρινα ή νησιά πορφυρωμένα σε μυθικόν ηλιοβασίλεμα άναβαν στο νου μου, τι όλη μου καίγονταν μονομιά η ζωή στην έγνια της καινούργιας Λευτεριάς σου Ελλάδα!
Τη νέα καρδιά που κιόλας έκλεισα μέσα στα στήθη, και κράζω σήμερα μ’ αυτή προς τους Συντρόφους όλους:
«Ομπρός, βοηθάτε να σηκώσουμε τον ήλιο πάνω από την Ελλάδα, ομπρός βοηθάτε να σηκώσουμε τον ήλιο πάνω από τον κόσμο! Tι ιδέτε, εκόλλησεν η ρόδα του βαθιά στη λάσπη, κι ά, ιδέτε, χώθηκε τ’ αξόνι του βαθιά μες στο αίμα! Ομπρός παιδιά, και δε βολεί μονάχος του ν’ ανέβει ο ήλιος, σπρώχτε με γόνα και με στήθος, να τον βγάλουμε απ’ τη λάσπη, σπρώχτε με στήθος και με γόνα, να τον βγάλουμε απ’ το γαίμα. Δέστε, ακουμπάμε απάνω του ομοαίματοι αδερφοί του! Ομπρός, αδέρφια, και μας έζωσε με τη φωτιά του ομπρός, ομπρός κ’ η φλόγα του μας τύλιξε, αδερφοί μου!»
Ο ποιητής Μανόλης Αναγνωστάκης γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1925. Τελείωσε την Ιατρική
Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης κι αργότερα μετεκπαιδεύτηκε στη
Βιέννη. Από τα φοιτητικά του χρόνια πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση
και διετέλεσε αρχισυντάκτης του φοιτητικού περιοδικού «Ξεκίνημα» (1944).
Από το πρώτο ποίημα της μικρής συλλογής «Εποχές» των είκοσι όλων
κι όλων μικρών σχετικά ποιημάτων ο ποιητης βάζει τους αναγνώστες του
στην ατμόσφαιρα της κατοχής και μάλιστα στην πιο δύσκολη περίοδό της:
«Χειμώνας 1942».
:Εφτά μέρες
Η μια πάνω στην άλλη
Δεμένες
Ολόιδιες
Σα χάντρες κατάμαυρες
Κομπολογιών του Σεμιναρίου
Ώρες
Ταυτισμένες
Χωρίς συνείδηση
Προσπαθώντας μια λάμψη
Σε φόντο σελίδων
Με πένθιμο χρώμα.
Σήμερα βρέχει απ’ το πρωί.
Ένα κίτρινο χιονόνερο
Οι στίχοι του αρχίζουν με κεφαλαίο γράμμα, ενώ τη γραπτή κάθε
φορά δήλωση τελείας και κομμάτων δεν θεωρεί πάντα απαραίτητη.
Στο τελευταίο ποίημα των «Εποχών» μία στροφή μας εκπλήσσει
για την τέλεια απόδοση νοήματος μιας σημαντικής περιόδου στην ιστορία της Ελλάδος — την περίοδο της Εθνικής Αντίστασης.
Μια μέρα θα γράψω την ιστορία των χρόνων μου
Ένας κήπος μ’ άδικα κομμένα άγουρα ρόδα
Μια θάλασσα που ταξιδεύουνε τα πλοία χωρίς προορισμούς
Πρόσωπα σπαταλημένα την εποχή που κατόρθωσαν ν’ άγγίξουν
ελαφρά μια συνετά φυλαγμένη πτυχή μας
Πρόσωπα που ’ταν για μας η στοργή τους πληγή·
αυτά θα σου
γράψω
Β'. «ΣΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΟ ΔΙΑΣΕΛΟ ΟΡΘΙΟΣ Ο ΓΙΟΣ
ΠΟΛΕΜΑΓΕ»
Ο ποιητής, πεζογράφος και ακαδημαϊκός Νικηφόρος Βρεττάκος γεννήθηκε την 1η Ιανουαρίου 1912 στις Κροκεές Λακωνίας.
«1.9.1939» είναι ο τίτλος του πρώτου ποιήματος μιας νέας εποχής
στην ποίηση του Βρεττάκου κι ο συγγραφέας επεξηγεί: «Χρονολογία που κηρύχτηκε ο β' παγκόσμιος πόλεμος».
Ο ποιητής απευθύνει έκκληση, κάνει θερμή
παράκληση προς όλους τους ανθρώπους των εμπόλεμων μερών για σύνεση,
για συναίνεση, με στόχο την αποφυγή του κακού που φαίνεται να πλησιάζει:
Προσευχηθείτε να περάσει αυτό το σύννεφο
που πάει να γίνει πεπρωμένο μας.
Νικηφόρος Βρεττάκος :«Η κήρυξη του Ιταλοελληνικού πολέμου, με βρήκε στα σύνορα, απλό
στρατιώτη, στη ζώνη των πρώσω. . . Επέζησα χωρίς να τό υπολογίσω από
τα πριν, χωρίς να περιμένω πως θα επιζήσω. Επέζησα έχοντας κερδίσει μια
σπουδαία εμπειρία. Γύρισα μ’ έναν απέραντο θαυμασμό για τον ελληνικό
λαό 'αυτόν καθ’ εαυτόν’ τον λαό τον ακέφαλο, τον οργανωμένο από τα ίδια
του τα αισθήματα, από την ίδια τη φύση, μέσα στην αγραμματοσύνη του και
τη στέρησή του. Να ένα θαυμαστό καταφύγιο
Στης ιστορίας το διάσελο όρθιος ο γιος πολέμαγε
κι η μάνα κράταε τα βουνά, όρθιος να στέκει ο γιος της,
μπρούντζος, χιόνι και σύννεφο. Κι αχολόγαγε η Πίνδος
σα νάχει ο Διόνυσος γιορτή. Τα φαράγγια κατέβαζαν
τραγούδια κι αναπήδαγαν τα έλατα και χορεύαν
οι πόρτες. Κι όλα φώναζαν: «’Ίτε παΐδες Ε λλήνω ν...».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου